Παρασκευή 20 Φεβρουαρίου 2015

Είσαι παρθένα καλό μου;

''Και εγώ πάντα μισώ την όμορφη γυνή,
την εύκολη ρίμα και τον έμπιστο φίλο''

Πωλ Βερλαίν

Το σαξόφωνο και ο άνεμος μου έφτιαχναν τη διάθεση. Και η μπύρα. Και η μπύρα. Τα μάτια μου πονάνε, κάποτε τυφλός, πάντοτε τυφλός. Πιστολίδια και φωτιές και γλυκόλογα και βροχές. Είχε τον συνδυασμό που σκοτώνει. Το βλέμμα της ονειροπόλο όπως το δικό σου εκείνη την μπλε νύχτα. Χωρίς δεύτερες σκέψεις και μελλοντικές ανησυχίες. Είμαι άχρονος καθώς με παρατηρείς στο φαντασιακό χιλιοστό πάρτι μαζί με φίλες και ποτά και ποτέ και σαν κάποτε που είχες διδάξει την αποπλάνηση δια της αθωότητας των μηρών σου. Maybe a new day, maybe a day.

- Είσαι παρθένα καλό μου;

Έβρεχε και εμείς βανδαλίζαμε έξω από ένα παλιό κολυμβητήριο. Πράσινοι οι τοίχοι, αυτή μπορεί να ήταν και 17, εμείς σίγουρα ώριμοι και μεθυσμένοι. Για μια βαλίτσα κάποιοι δεν μιλάνε, αλλά αυτό είναι ένα ακόμα παλιό όνειρο και εγώ είχα πληρώσει δέκα ευρώ για δυο μπύρες και εσύ ακόμα μου μίλαγες για ιστορίες παιδικές και γέλαγες κρατώντας ένα ποτήρι κόκκινο κρασί. Ναι, ο φόβος είναι μια ανίερη καταδίωξη, μα πόσο όμορφη είναι η νύχτα όταν μεθάω και σκαρώνω στίχους μπας και συντηρήσω την ανόητη τρέλα μου.

- Θα γίνετε πόλεμος και αυτός ακόμα θα σπάει τουαλέτες στα Γιάννενα.

Πρώτα έπρεπε να ξεπεράσω το Οιδιπόδειο μου, μετά να αναζητήσω τη γλυκιά αθωότητα της νιότης, αργότερα ίσως έναν συμβιβασμό με ένα εξαίσιο δείγμα πτυχιακής παραίτησης. Τώρα θέλω μια δυνατή ονειροπόλα. Μια συνείδηση άχρονη όπως εγώ, χωρίς εναλλακτικές και φαγοπότια με τους κηφήνες της λαμπρής νεολαίας του γαμημένου μας τόπου. Το κείμενο τελειώνει όταν τελειώνει και η μπύρα. Κανόνας απαράβατος καλά μου παιδιά. Μια πολιτισμική μονοτονία. Δεν πίστευα στον έρωτα και στο συντακτικό.

Τρίτη 10 Φεβρουαρίου 2015

Ψυχεδελικό σεπούκου με μια μπάλτικα

Με του Τζάρμους την κατάνα για ένα ακόμα ψυχεδελικό σεπούκου, με το πρόσωπο της για έμπνευση και φάρο πέρα από τα στενά όρια της κυριακάτικης ορμής για αυτοχειρία, πέρα από τον ορίζοντα γεγονότων της μαύρης νεοελληνικής τρύπας και χωρίς τα στεγανά μιας απροσδιόριστης θέλησης για υποταγή στη νοοτροπία του ημίθεου. Έπινα τζιν τόνικ με άζαξ.

- Μαλάκα μου έχει σηκωθεί μέχρι τον λαιμό.

Άραγε ήταν ατάκα από μια ελπίδα μέθης για να σπάσει το υποσυνείδητο της καθημερινότητας ή μια προσπάθεια αναχαίτισης της οκνηρίας με την επαρκή συνθήκη της δουλειάς για να ξεχρεώσεις τους λογαριασμούς σου με την αιωνιότητα. Χωρίς ερωτηματικά και λοιπά τιμαλφή, με καμάκια και μικροαντικείμενα, αναμνήσεις οικογενειακών ταξιδιών με θέα καμμένα δάση και όνειρα, χωρίς τις επαρκείς αποδείξεις για έμπνευση αμοιβαίου σεβασμού, μόνο βόλτες υπό την επήρεια της μουσικής σου υπόστασης μέσα από την εμπειρία της κοινωνικής μοναξιάς στην αρχέγονη βασιλεία των μετρίων.

- Όπου βλέπεις δέρμα πας!

Η εντολή ήταν σαφής. Η κοιλιοδουλεία είναι σημάδι παραίτησης, αλλά εμείς συχνάζαμε σε κουτούκια και μπουρδέλα ολκής, παρέα με τους ανόητους και τις πόρνες της μιας μπύρας και σίγουρα αυτό δεν αποκαλείται ζωή, αλλά η νύχτα η δικιά μου είναι παράσημο συγγραφικό και κάτι που δεν μπορεί να καταλάβει κάποιος που δεν έχει ξημερώσει με χαικού και αποδιοπομπαία μαλακία.

- Καπότα στο στόμα δεν μπορείς να βάλεις!

Και πως να βάλεις όταν την φιλάς και σκέφτεσαι την ανοιχτή πληγή στην καρδιά και στο γόνατο από ένα τυχαίο πέσιμο ή έρωτα της βροχής. Περπατούσα στα τυφλά. Ήταν οδός ή ταινία του Χίτσκοκ; Ο συνδυασμός κουτούκι στα Εξάρχεια και μπάλτικα στην απαραίτητη βόλτα ήταν εξωπραγματικός. Ήμασταν νέοι. Ή αλλαγή γεύσης ή αλλαγή πλεύσης. Κανόνας ζωής. Πολύχρωμα φωτάκια μετά από φόνο, τα ρόπαλα περίμεναν στη γωνία και αυτός πηδούσε στο κενό...

Κυριακή 1 Φεβρουαρίου 2015

Άσπρο πάτο ρε ευνούχε

Ο πόνος της καθαρής ακαποτιάς σκορπίζει δυσοίωνες σκέψεις στην ατμόσφαιρα και στο τραπέζι, ενώ ακόμα δεν έχω ξεπεράσει την παλιά μου αγάπη με χαρτί και κρασί όπως είθισται. Το τετράδιο στο ράφι. Από κουτούκι στα Εξάρχεια σε σκυλομάγαζα στο Γκάζι, μπύρες και καπνοί και ''Αυτός μαλάκα είναι ποιητής'' για να μπορέσεις να νιώσεις διαφορετικός. Το είχε γράψει και ο Υφαντής, πρέπει να ξορκίσουμε την Μάγια. My sweet cocaine.

Μπορεί να μην απαντάει στα μηνύματα, αλλά δεν έχει σημασία, καθώς εγώ απολαμβάνω την ωδή στον άγνωστο ηθοποιό και αυτή είναι απλά μια παρένθεση, ένα σπασμένο κομμάτι γυαλί, μια γαμημένη μεταφορά για να δικαιολογηθεί το συγγραφικό ταλέντο. Μπλε παπαγάλος και μυροβόλος, ο δρόμος μας στρωμένος με απόρριψη και αποκριάτικη διάθεση.

- Θα πιούμε άλλο ούζο;

- Εδώ δεν μας έχει χτυπήσει ακόμα το προηγούμενο.

Πριν η γη χαράξει, πριν η πρόταση αποκτήσει μια λογική, πριν η ζωή γίνει κάτι που δεν καταλαβαίνω. Μες στα σκοτάδια με πετρέλαιο και πούρο, παρατηρούσαμε το διακριτικό στήσιμο της σερβιτόρας κάθε φορά που το ξεσκισμένο της κωλαράκι πλησίαζε το τραπέζι μας σε απόσταση αναπνοής. Θα τσικνίσουμε με πατσά, θα γράψουμε στους τοίχους ποιήματα, θα βεβηλώσουμε εκκλησίες, θα ξεράσουμε με το κούτελο καθαρό. Θέλει μπαλτά η δουλειά.

Είμαστε ευνούχοι της ζωής, δεν μπορέσαμε να αποβάλλουμε πλήρως τις ταπεινές μας καταβολές, δεν είμαστε κύριοι του εαυτού μας, μάλλον από ανικανότητα, αλλά το ταλέντο δεν μετριέται σαφώς με κύτταρα και βαθμολογίες, μόνο με χρόνο και πίνακες με φύλλα δέντρων που πέφτουν το φθινόπωρο. Δεν διεκδικώ βραβείο πρωτοτυπίας, το ούζο έχει υπερβολική γλυκάνισο, μάλλον πίνουμε μαζούτ, τουλάχιστον κάνει μόνο πέντε ευρώ, θα μας μείνουν και ψιλά για μια μπύρα στο δρόμο. Θα κεφαλοποιήσουμε τη νύχτα με μερικά ρουμπαγιάτ και νέες γνωριμίες ολκής και δημιουργικής παρακμής. Άσπρο πάτο και ας είχα σχεδιάσει έναν χιουμοριστικό διάλογο. Δυο γκόμενες περνάνε.

- God damn it!

- Damn girl!

Απλή συρραφή γεγονότων που ξεχνιούνται ανώδυνα.Την γνώρισα σε ένα πάρτυ στις εστίες στην Πανεπιστημιούπολη. Ήταν ένα από αυτά τα καλοκαιρινά πάρτυ που όλοι πίνουν και κανείς δεν κάνει τίποτα στο τέλος. Εγώ κάνω. Έγραφα ξένους στίχους για να μην σου φανερώσω ότι είμαι μια φαντασίωση ποιητή, εσύ έπινες και δεν μιλούσες. Ορίστε το τέλος που μισούσες.