Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2014

Μια μπύρα μες στα χιόνια

Μια προσβολή που χάνεται μέσα στην απεραντοσύνη του διαστήματος, καθώς εσύ πίνεις μπύρες μες στο χιόνι με δύο άγνωστους, που έτυχε να γίνεται φίλοι κάτω από τις αδιευκρίνιστες συνθήκες της παιδικής αμνησίας. Παραπατώντας στα πρόθυρα της μέθης και με τον αγνό θυμό που δημιουργεί και καταστρέφει χωρίς όρους και ηθικολογίες μιας παρακμής που αποτελεί το προσωπείο σου σε αυτή τη σύντομη ζωή.

- Θα μου στείλει μήνυμα η γκόμενα; Λες να την κυνηγήσω ή να περιμένω να με κυνηγήσει αυτή;

Οι εύλογες απορίες του συνοδοιπόρου μου με είχαν εκστασιάσει.

- Στείλει δεν στείλει, σε κυνηγήσει ή δεν σε κυνηγήσει, δεν έχει καμιά σημασία αν έχεις υπερβεί τον μέσο όρο. Όχι, τον μέσο όρο της μετριότητας, αλλά τον μέσο όρο της μετριότητας που έχει τις δυνατότητες για την υπέρβαση. Σε αυτό το επίπεδο είτε είσαι στο πρώτο καβαφικό σκαλί, είτε είσαι σε μια διαρκή ανύψωση, η ερώτηση και η απάντηση ταυτόχρονα είναι μια. Σημασία έχει ποιος είσαι εσύ. Δεν έχει σημασία αν θα βγεις κερδισμένος ή χαμένος, δεν έχει σημασία αν θα πάρεις τον πούλο ευγενικά ή αν θα ατενίζεται τη γαμημένη την πανσέληνο αγκαλιά με ένα ποτήρι κρασί και μια καπότα στο πορτοφόλι. Όλα αυτά δεν σε αφορούν, το ψέμα και η αλήθεια είναι πλέον το ίδιο και όπως και ο Βιγιόν θα χαθείς με το κεφάλι ψηλά εξ ορισμού. Δεν είσαι απλά ένας μαλάκας που αναπνέει, είσαι ένας άνθρωπος και οι επιλογές δεν υφίστανται απ' τη στιγμή που η αιωνιότητα σου ανήκει, άσχετα αν έχεις το ταλέντο να την υποτάξεις.

Δεν κατάλαβε Χριστό και η νύχτα είχε την αθώα ομορφιά ενός ανήλικου κοριτσιού.

- Ρε μάγκες έχω έναν γνωστό που του την βάρεσε και πήρε τα βουνά. Πριν πάει βέβαια πέρασε μια βόλτα από το Δρομοκαΐτειο. Τώρα είναι όλη μέρα στα καφενεία και πίνει τσίπουρα με τους τσοπάνηδες. Για το κρύο λένε τα πίνουν, κάνει καλό. Βέβαια, ένα μπουκάλι την ημέρα δεν το λες και καλό, αλλά η ζωή κυλάει ευχάριστα. Ώσπου ένα ωραίο πρωί να πάρεις την καραμπίνα και να καθαρίσεις το μισό χωρίο και πριν προλάβεις να τινάξεις τα μυαλά σου στον αέρα να συνειδητοποιήσεις ότι δεν σου 'χει μείνει ούτε μια σφαίρα. Αυτό εγώ το λέω αλτρουισμό.

Χαμογέλασα. Άρχισε να χιονίζει πάλι. Η μπύρα μου στο χέρι και ο δρόμος άδειος.

Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014

Εμπειρίκος και βανδαλισμοί

Ήμασταν σε ένα παρακμιακό καφενείο στο Μεταξουργείο ή στο σπίτι ενός φίλου με θέα τον Λυκαβηττό. Ήταν Χριστούγεννα, αλλά οι κακές συνήθειες δεν αλλάζουν εύκολα. Η μνήμη εντάσσεται και αυτή στα πλαίσια της εντροπίας και κλασσικά χριστουγεννιάτικα τραγούδια αναμειγνύονται με χύμα ούζο που σε στέλνει αδιάβαστο από την ώρα που στο ακουμπάνε στο τραπέζι.

Την προσοχή του τραπεζιού είχε αποσπάσει μια Θεά και από κάπου ακουγόταν το Ισπαχάν του Εμπειρίκου. ''Καταιγίς οξυτάτης μορφής εσκέπασε τη χώρα''. Δεν έχει σημασία άμα είναι καλή, σημασία έχει να είναι η καλύτερη. Σαξόφωνα και μελωδίες παλαιάς κοπής μπόλιαζαν τους μονολόγους μας.

''Κοίτα κάτι μαλλιά που έχει η τύπισσα, να τα κόψεις να τα κάνεις κασκόλ για τον χειμώνα''. Οι κραυγές του φίλου μου για τα κάλλη της Γυναίκας που καθόταν δίπλα μας με είχαν συγκλονίσει. Καθαρά φυσικά ένστικτα και τα ποτήρια αδειάζανε με αστρική πυγμή.

Μόνο τα δυνατά μεθύσια θυμάσαι, όλα τα άλλα είναι στάχτη και στιγμές. Έλβις και μετά βανδαλισμοί μέχρι να ξεμεθύσουμε. Περίπατοι ανάμεσα στα φώτα και όνειρα για δυνατές φωτιές. Αποτυχημένοι μέχρι το μεδούλι και γοητευτικά παρανοϊκοί ανάμεσα στα ξενερώματα του καθιερωμένου μεθυσιού της Παρασκευής.

''Πάω να την πέσω σε ένα άλογο φίλε μου''. Οι λύκοι της ματαιότητας είχαν βγει παγανιά και τα θηλυκά, ανάλογα τη διάθεση και το αλκοόλ, υποτιμούσαν ή ανέχονταν τον συστηματικό μας εμπαιγμό. Κάποιοι ανδρώθηκαν στου κάπα το κρεβάτι, άλλοι εντάχθηκαν στον φαύλο κύκλο των Εξαρχείων και άλλοι σε πανεπιστήμια για μορφωμένους αγροίκους και το βράδυ για ποτό στο Κολωνάκι. Καλή χρονιά και μετά φέτες στο σπίτι των γονιών σου, στα παγκάκια για τσιγάρο και σιωπή και η Αθήνα είναι πλέον η ελίτ της επαρχίας.

Παρακμή και κόκκινα φώτα, γκόμενες που διαβάζουν Ρίτσο και ζώδια, ανδρείκελα με πτυχία, επανάσταση και μπάλα. Ένας απέραντος βάλτος γεμάτος άδεια μπουκάλια και αχρησιμοποίητες καπότες, μια εκστατική παλινωδία, ένας ύμνος αληθοφάνειας και μια ημιμάθεια που σπάει κόκαλα και αρχίδια. Η αυτοπεποίθηση που πηγάζει από την ένταξη στην κοινωνική υποκουλτούρα είναι μια φρικτή ψευδαίσθηση του τέλους. Σηκώνω το ποτήρι μου, ανάβω το τσιγάρο και όπως και ο Λι Πο, φεύγω χίλια μίλια σκεπτικός.

Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2014

Εγώ έπινα, αυτή ήταν όμορφη

Και αν υποθέσουμε ότι έχεσε ή έφτυσε πριν έρθει εδώ, αυτό δεν αφαιρεί τη γοητεία από το βλέμμα της. Στην ουσία επιλέγουμε να απορρίψουμε κάποιες βιολογικές λειτουργίες από τη τυπική πρακτική της ερωτικής αφορμής προς όφελος της ποίησης, της εμπειρικής εξερεύνησης της νεότητας ή απλά λόγω της υποσυνείδητης επιρροής της αμερικάνικης ή της ρομαντικής σχολής της Γαλλίας του 18ου αιώνα. Σε πέντε ώρες τα φώτα ανοίγουν και εγώ δεν είμαι δέσμιος της μπύρας.

Ο αυνανισμός που θα ασκήσω στο πέος μου μετά την ερμηνεία του έρωτα ως κίνητρο ζωής, θα επαναφέρει τα φυσικά μου ένστικτα στη διαδικασία της πρωτογενής συνειδητότητας. Το βλέμμα της σε συνδυασμό με τη τριβή της παλάμης μου με τη ψωλή μου θα τοποθετήσει και τη σημερινή νύχτα στη σφαίρα της ματαιότητας στην οποία ανδρώθηκα. Η φύση με περιμένει.

Μια όμορφη γυναίκα εισέβαλε μέσα στην ανδρική θαλπωρή της κρασοκατάνυξης και εγώ σε μια γωνία να περιμένω για το επόμενο χτύπημα της ανάμνησης εκείνου του γαμημένου μπλε φεγγαριού. Με τσίπουρο και μπιτ ποίηση και αυτή μια σάρκα με προσεγμένο ντύσιμο και η φωτιά καίει και ο χειμώνας δεν είναι τόσο βαρύς όσο περιμέναμε τελικά.

Μια γουλιά ακόμα και θα της μιλήσω. Ένα μέτρο απόσταση και η αρσενική μανία με καταβάλει. Ένα φιλί είναι μια μεταβλητή στιγμή μέσα στο χάος. Η μνήμη απορεί. Κάποιοι τα παρατήσανε. Το άγχος του μέλλοντος απορρέει από την άγνοια της όρασης. Είναι ταιριαστό ζευγάρι, αλλά εγώ δημιουργώ μια νέα υπόσταση στην ερμηνεία της επαναλαμβανόμενης άτακτης υποχώρησης απέναντι στο τετελεσμένο, κάθε φορά που πίνω καθήμενος ή περπατάω υπό την επήρεια της ονειρικής μου αυτοκαταστροφής.

Θα μεθύσω για χάρη της ποιητικής μου οξυδέρκειας και οι χαμένοι της καθιερωμένης επιβίωσης κάποτε θα υποκλιθούν ή απλά θα βγάλουν το καπέλο μπροστά στον γνήσιο χαρακτήρα της καθαρόαιμης ελεύθερης γραφής.

Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2014

Μια ήμερη γάτα και ένα ποτήρι κονιάκ

Η καθημερινή απαξίωση είναι γιορτή για αυτούς που ανάβουν τις πιο δυνατές φωτιές. Αν φανέρωνα έστω και ένα μέρος του αμφιλεγόμενου ταλέντου μου, είμαι βέβαιος ότι η αποδοχή του κοινωνικού πάτου με τον οποίο συναναστρέφομαι θα με αποζημίωνε για τη χρόνια μοναξιά μου. Να γίνω πιο σαφής. Θα με ερωτευόντουσαν επιτέλους οι γυναίκες που ερωτεύομαι. Η τουλάχιστον δεν θα με αντιμετώπιζαν πια ως έναν χαριτωμένο παλιάτσο. Η μάσκα μου όμως είναι σκληρή απέναντι σε αυτές τις επιθυμίες. Δεν είναι φόβος, είναι τεχνική. Αλήθεια υπάρχει χώρος και χρόνος για κάποιον που μπορεί και να είναι ποιητής της ζωής;

Είμαι ικανός μόνο για να εκμεταλλευτώ την αδυναμία του χρόνου ή την αθωότητα της ονειροπόλησης. Το ζενίθ της γυναικείας υπόστασης είναι άπιαστη συνθήκη για έναν κατά ανάγκη γελωτοποιό της μοίρας. Η ειρωνεία της ζωής δεν με απαλλάσσει από τα καθήκοντα της επιβίωσης. Μελαγχολώ μπροστά στην αέναη φωτιά και η μουσική μου είναι φάρος ενός ανέλπιστου μέλλοντος. Η μούσα μου με νίκησε, η επιλογή δεν ήταν ποτέ δική μου.

Ας υποθέσουμε ότι δεν είμαι ο δολοφόνος και εσύ δεν είσαι απλά μια κούκλα μπροστά από φωτιά. Ας υποθέσουμε πως δεν θα κυλήσουν τα χρόνια με δάκρυα και αμφιβόλου ποιότητας γέλια. ''Θα έρθουν και καλύτερες μέρες'', μου είχες πει. Εγώ έπινα κονιάκ και εσύ λευκό κρασί. ''Δεν θα έρθουν, αλλά δεν γαμιέται'', σου είχα απαντήσει, έχοντας μεθύσει εδώ και χρόνια. Κάποτε οι τοίχοι θα βαφτούν με τους στίχους μου.

Ο Έζρα Πάουντ το είχε θέσει στη σωστή του βάση. Όταν μιλάνε οι δάσκαλοι, η φύση δακρύζει.


ΗΜΕΡΗ ΓΑΤΑ

Με ξεκουράζει να βρίσκομαι ανάμεσα σ' ωραίες γυναίκες.
Γιατί να λέμε πάντοτε ψέματα για τέτοια πράγματα;
Το ξαναλέω:
Με ξεκουράζει να κουβεντιάζω μ' ωραίες γυναίκες
κι αν ακόμη δε λέμε παρά ανοησίες,
το χουρχούρισμα που κάνουν οι αόρατες κεραίες
είναι και διεγερτικό και πολύ ευχάριστο.


Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2014

Σαν το κρασί ή σαν ένα ποίημα του Μπωντλαίρ

Δεν ερωτεύτηκα. Κάπνιζα από αμηχανία και της το είπα. Πρέπει να πιω. Πρέπει να μεθύσω. Το κενό ή το μηδέν. Έχω φτωχό λεξιλόγιο. Πάω να περιγράψω μια αλήθεια και χάνομαι. Δεν ξέρω τι είναι αλήθεια. Δεν πιστεύω σε τίποτα ανθρώπινο, γιατί δεν πιστεύω στον άνθρωπο. Μόνο στο πνεύμα πιστεύω, που σκάει σαν κεραυνός ή σαν ηλιαχτίδα το πρωί.

Με λίγο κρασί θα γίνει η δουλειά. Ένα τσιγάρο και Μπετόβεν. Με ελεύθερη γραφή και ελεύθερο μυαλό. Δεν είναι τεχνική, είναι απαίτηση. Δεν αξίζει να γράφεις, καλύτερα βγάλε λεφτά. Ποιος χέστηκε για το όραμα σου. Αν κάποτε πιεις χωρίς έγνοιες θα είναι παράσημο. Αυτή η φωτιά όμως. Αυτή η νύχτα. Δεν αφήνουν περιθώριο. Και η νυχτερινή βόλτα δεν βοηθάει. Η απαξίωση από γυναίκες και φίλους δεν βοηθάει. Η ζωή δεν βοηθάει και οι νεκροί σίγουρα δεν βοηθάνε.

Να γυρνάς σαν τον τρελό. Κανά πιώμα και μετά στο διάολο. Μέχρι να ασπρίσουν τα μαλλιά και να τελειώσει το όνειρο. Μέχρι να σε καταπιεί η ιδέα της σύνταξης. Άμα δεν είσαι άνθρωπος της πράξης τι κάνεις; Άμα δεν έχεις φράγκα τι κάνεις; Άμα δεν έχεις αφήσει έργο πίσω σου τι κάνεις; Σαν τον Περικλή Γιαννόπουλο που μπήκε με το άσπρο του άλογο στη θάλασσα και έριξε με το όπλο στο ψαχνό. Για να είσαι αληθινός ρομαντικός πρέπει πρώτα να έχεις αποφοιτήσει από τη βάρβαρη σχολή του κυνισμού.

Ξεχασμένος από όλους και τρελός μες στους τρελούς. Αυτός ο κόσμος είναι ένα απέραντο τρελοκομείο και όμως κανείς δεν δείχνει να παίρνει στα σοβαρά αυτή την πραγματικότητα. Για ένα πιάτο φαΐ και ένα μουνί χαραμίζεις την μετριότητα σου. Ένας μέτριος με όνειρα ανθρώπου. Πότε θα γίνει η αλλαγή; Την ακούς αυτή την κραυγή; Κάπου εδώ χωράει και ένα φεγγάρι. Η γυναίκα είναι μια ανταμοιβή.

Η ομορφιά ακολουθεί τη δύναμη. Και είναι χειμώνας και τα νιάτα χαραμίζονται σε άδεια κρεβάτια. Ή σε μεγάλα κρεβάτια. Αυτά τα μαλλιά και αυτό το όπλο κάτω από το μαξιλάρι. Κοιμήθηκα στην αγκαλιά της. Ευτυχώς ήταν όνειρο. Οι μούσες δεν ανέχονται τις μάσκες. Οι μούσες θέλουν πάνω από όλα μια υπόσχεση αιωνιότητας. Η μόνη υπόσχεση που μπορώ να δώσω είναι ότι θα έχω γίνει λιώμα μέχρι τις δύο. Και είναι Χριστούγεννα και αυτά τα φώτα μαγεύουν. Σαν το κρασί ή σαν ένα ποίημα του Μπωντλαίρ.

''Μέσ᾿ στων παθών μας τ' άτιμο κλουβί, προβαίνει αγάλια,
θεριό πιο βρώμικο, κακό, την ασκημιά να δείξει!

Κι αν δε σαλεύει κι ούτε ακούει κανένας το ουρλιαχτό του,
όλη τη γη θα ρήμαζε, και στο χασμουρητό του
θα ῾θελε να κατάπινε τον κόσμο -αυτό ῾ναι η πλήξη!''